ενωμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ προσθήκη κλίσης στις μετοχές -μένος -μενος
μ PAWS - συντήρηση: αφαίρεση μτφ-μέση από τις Μεταφράσεις
 
(4 ενδιάμεσες εκδόσεις από 3 χρήστες δεν εμφανίζονται)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'όμορφος'}}
{{el-κλίση-'όμορφος'}}

==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μτχππ}} [[ενώνω]], [[ενώνομαι]]

==={{μετοχή|el}}===
==={{μετοχή|el}}===
'''{{PAGENAME}}, -η, -ο'''
'''{{PAGENAME}}, -η, -ο'''
* {{μτχππ|ενώνω}}
# {{λείπει ο ορισμός}}

===={{μορφές}}====
* [[ηνωμένος]]



{{clear}}
==={{σημειώσεις}}===
Η μετ. παθ. παρ. του ρήματος [[ενώνω]] έχει δύο τύπους. Έναν κανονικό ('''[[ενωμένος]]''') και ένα λόγιο
('''[[ηνωμένος]]'''). Το λόγιο τύπο ηνωμένος τον χρησιμοποιούμε μόνο σαν 1η λέξη σε ονομασίες χωρών ή
οργανισμών όπως '''Ηνωμένες Πολιτείες''' και '''Ηνωμένα Έθνη'''.
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
Γραμμή 53: Γραμμή 50:
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lv}} : {{τ|lv|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lv}} : {{τ|lv|ΧΧΧ}} -->
{{μτφ-μέση}}
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lb}} : {{τ|lb|XXX}} -->
<!-- * {{lb}} : {{τ|lb|XXX}} -->

Τελευταία αναθεώρηση της 22:16, 29 Ιανουαρίου 2022

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ενωμένος η ενωμένη το ενωμένο
      γενική του ενωμένου της ενωμένης του ενωμένου
    αιτιατική τον ενωμένο την ενωμένη το ενωμένο
     κλητική ενωμένε ενωμένη ενωμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ενωμένοι οι ενωμένες τα ενωμένα
      γενική των ενωμένων των ενωμένων των ενωμένων
    αιτιατική τους ενωμένους τις ενωμένες τα ενωμένα
     κλητική ενωμένοι ενωμένες ενωμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Μετοχή

[επεξεργασία]

ενωμένος, -η, -ο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]


Μεταφράσεις

[επεξεργασία]