Категория:Греческий язык
Греческий язык | |
Самоназвание | ελληνικά, ελληνική γλώσσα |
Число носителей | свыше 13 млн. |
В Википедии есть статья и категория о греческом языке | |
Греческий язык — официальный язык: | Греции, Кипра |
гре 157 | Код языка по ГОСТ 7.75–97 |
el | Код греческого языка в ISO 639-1 |
gre (B); ell (T) | Код греческого языка в ISO 639-2 |
ell | Код греческого языка в ISO 639-3 |
На Викискладе есть страницы | по теме «Греческий язык» (например, произношение) |
См. тж. список всех слов греческого языка, составляемый вручную.
Αα Ββ Γγ Δδ Εε Ζζ Ηη Θθ Ιι Κκ Λλ Μμ Νν Ξξ Οο Ππ Ρρ Σσ Ττ Υυ Φφ Χχ Ψψ Ωω |
Страницы в категории «Греческий язык»
Показано 200 страниц из 9431, находящейся в данной категории.
(Предыдущая страница) (Следующая страница)Ν
- να
- Ναζαρέτ
- ναζισμός
- ναζιστής
- Ναζιστική Γερμανία
- ναι
- νάιλον
- Ναμίμπια
- νανογλάρονο
- νανόμπουφος
- νάνος
- νανοσεκόντ
- νανοτεχνολογία
- νανοχειρουργική
- ναός
- Νάουσα
- Νάπολη
- νάρκη
- ναρκισσισμός
- νάρκισσος
- ναρκοληψία
- ΝΑΤΟ
- νάτριο
- ναυάγιο
- ναύαρχος
- ναυπηγείο
- ναυπηγός
- Ναύπλιο
- ναυσιπλοΐα
- ναύτης
- ναυτία
- ναυτιλΐα
- ναυτίλος
- Νέα Αγγλία
- Νέα Ζηλανδία
- Νέα Ρωσία
- νέα σελήνη
- νεαρός
- νέγρα
- νέγρος
- νεκροκεφαλή
- νεκροκρέβατο
- νεκρομαντεία
- νεκρόπολη
- νεκροταφείο
- νεκροφιλία
- νέκρωση
- νεκταρίνι
- νεογέννητος
- νεογνό
- νεοκλασικισμός
- νεολογισμός
- νεολουδισμός
- νεολουδιτισμός
- νέον
- νεοναζί
- νεοπαγανισμός
- νέος
- νεοσσός
- νεότουρκος
- νεοφασισμός
- Νεπάλ
- νερό
- νερόμυλος
- νεροποντή
- νετρόνιο
- νευρασθένεια
- νευρικό σύστημα
- νεύρο
- νευροδιαβιβαστής
- νευροπάθεια
- νευροφυσιολογία
- νευροχειρουργική
- νεύρωση
- νεφέλη
- νέφος
- νεφοσκόπιο
- νεφρί
- νεφρίτης
- νεφρό
- νεφρολογία
- νεφρός
- νεφροσκόπιο
- νέφτι
- νέφωση
- νεωτερικότητα
- νεωτερισμός
- νηκτόν
- νήμα
- νηπιαγωγείο
- νηπιαγωγός
- νήπιο
- νησί
- νησιωτικό κράτος
- νησιώτισσα
- νησιωτοπούλα
- νηστικός
- νηφάλιος
- νηφαλιότητα
- νι
- νιαουρίζω
- νιαούρισμα
- νιάτα
- Νιγηριανή
- Νιγηριανός
- Νίκαια
- νικαιώτικος
- Νικαράγουα
- νικαραγουανός
- νικέλιο
- νίκη
- νικητής
- νικήτρια
- νικοτίνη
- Νικωνιανισμός
- νινί
- νιτρικό αμμώνιο
- νίτρο
- Νίτσα
- νιτσεϊκός
- νιφάδα
- Νόβγκοροντ
- Νοβορωσίσκ
- Νοβοσιμπίρσκ
- Νοέμβρης
- Νοέμβριος
- νοηματική γλώσσα
- νοημοσύνη
- νοητικός
- νοητός
- νοικοκυρά
- νοικοκύρης
- νομικό πρόσωπο
- νομικός
- νομιμοποίηση
- νομιμοποιώ
- νόμιμος
- νομίμως
- νομιναλισμός
- νόμισμα
- νομισματικός
- νομισματοκοπείο
- νομισματολογία
- νομισματολόγος
- νομοθέτης
- νομολογία
- νόμος
- νομοταγής
- νονά
- νονός
- νοόσφαιρα
- νοοτροπία
- Νορβηγία
- Νορβηγός
- νοσηλευτής
- νοσηλεύτρια
- νοσοκόμα
- νοσοκομείο
- νοσοκόμος
- νοσολογία
- νόσος
- νοσοφοβία
- νοσταλγικός
- νόστιμος
- νότα
- Νότια Αμερική
- Νότια Αφρική
- νοτιοαμερικανικός
- νοτιοαμερικάνικος
- νοτιοανατολικά
- νοτιοδυτικά
- νοτιοευρωπαϊκός
- νοτιοκορεατικός
- νότιος
- νότος
- Νουβία
- Νταγκεστάν
- ντάλια
- ντάμπινγκ
- ντανταϊσμός
- ντανταϊστής
- Ντβόρζακ
- ντεβανάγκαρι
- ντεϊσμός
- ντεμπούτο
- ντετερμινισμός
- ντεφετισμός
- ντιβιζιονισμός
- ντιλεταντισμός
- Ντίσελντορφ
- Ντιτρόιτ
- Ντνιπροπετρόφσκ
- ντοκουμέντο
- ντομάτα
- ντοματιά
- ντότζο
- ντουραλουμίνιο
- Ντουσαμπέ
- ντράκαρ
- Ντύσσελντορφ