Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μονοτρήματα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πηγή εικονιστικού υλικού:https://commons.wikimedia.org/wiki/Category:Monotremata#/media/File:Monotreme_collage.jpg
Μονοτρήματα
Έχιδνα[1]

Τα μονοτρήματα (Monotremata) είναι τάξη θηλαστικών που οφείλουν το όνομά τους στο ότι έχουν ένα μόνο τρήμα (οπή), από το οποίο βγαίνουν τα προϊόντα του γεννητικού, του ουροποιητικού και του πεπτικού συστήματος. Τα μονοτρήματα ονομάζονται και πρωτοθήρια ή ορνιθαδελφή, γιατί παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τα πτηνά, αφού δεν έχουν και αυτά μήτρα και κόλπο όπως για παράδειγμα οι πλατύποδες, ημιυδρόβιο θηλαστικό ενδημικό στην ανατολική Αυστραλία, συμπεριλαμβανομένης και της Τασμανίας, και οι ταχυγλώσσιδες. Τα μονοτρήματα θηλαστικά γεννούν αυγά αλλά θηλάζουν τα μικρά τους.[2]

STEROPODON GALMANI

Το Steropodon galmani είναι ένα προϊστορικό είδος μονοκοτυλήδονου, ή θηλαστικού που γεννά αυγά. Έζησε περίπου 105 έως 93,3 εκατομμύρια χρόνια πριν από την Πρώιμη έως Ύστερη Κρητιδική. Είναι ένα από τα παλαιότερα μονόποδα που ανακαλύφθηκαν και είναι μια από τις παλαιότερες ανακαλύψεις θηλαστικών στην Αυστραλία.

Μέχρι σήμερα οι πληροφορίες για την ιστορία και την εξέλιξη της τάξης των μονοτρημάτων είναι ελλιπείς, λόγω του μικρού αριθμού απολιθωμάτων που έχουν βρεθεί. Είναι ακόμα σε μεγάλο βαθμό άγνωστος ο τόπος καταγωγής καθώς και η πραγματική αρχική εξάπλωση της τάξης. Τα αρχαιότερα ευρήματα προέρχονται από την νότια Αυστραλία και χρονολογούνται από τον Μεσοζωικό αιώνα. Πρόκειται για απολιθώματα ζωών που έμοιαζαν με τον σημερινό Ορνιθόρρυγχο, ηλικίας 100 εκατομμυρίων χρόνων περίπου. Το αρχαιότερο από αυτά ανήκε στο είδος Steropodon galmani που είχε το μέγεθος μίας γάτας, πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα θηλαστικά του Μεσοζωικού, και είναι το αρχαιότερο θηλαστικό που έχει βρεθεί στην Αυστραλία. Τα παλαιότερα ευρήματα των προγόνων της έχιδνας χρονολογούνται από τον Πλειόκαινο και συμπεριλαμβάνουν απολιθώματα του είδους Zaglossus hacketti που θεωρείται το μεγαλύτερο μονότρημα που υπήρξε ποτέ. Η εύρεση ενός δοντιού της Παλαιοκαίνου εποχής στην Αργεντινή, που ανήκε σε έναν προϊστορικό Ορνιθόρυγχο, μας υποδεικνύει ότι τα μονοτρήματα ήταν διαδεδομένα σε όλη την νότια Γκοντβάνα. Υπάρχουν πολλά τέτοια ζώα.

Οι έχιδνες συναντώνται σε όλη την Αυστραλία, την Τασμανία και τη Νέα Γουινέα, από τα υψίπεδα μέχρι τις ερήμους και τα δάση.Η έχιδνα έχει ένα μικροσκοπικό πρόσωπο με μικρά μάτια και μακριά μύτη, που μερικές φορές ονομάζεται ράμφος. Τα μάτια δεν βοηθούν την έχιδνα να δει καλά, αλλά η οξεία αίσθηση ακοής και όσφρησης που διαθέτει, δίνουν σε αυτό το ασυνήθιστο θηλαστικό τις πληροφορίες που χρειάζεται για να επιβιώσει.[3]

Υπάρχουν τέσσερα επιζώντα είδη, τα οποία, μαζί με τον πλατύποδα, είναι τα μόνα επιζώντα είδη της τάξης των μονοτρημάτων και τα μόνα επιζώντα ωοτόκα θηλαστικά.Είναι μοναχικά πλάσματα τα οποία μπορεί να είναι ενεργά τόσο κατά τη διάρκεια της ημέρας, όσο και κατά το βράδυ ,ανάλογα με την εποχή και τις πηγές τροφής.Παρόλο που η διατροφή τους αποτελείται κυρίως από μυρμήγκια και τερμίτες, δεν έχουν κοντινή συγγένεια με τους γνωστούς μυρμηγκοφάγους της Αμερικής.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


  1. «"File:Wild shortbeak echidna.jpg"». 
  2. «Διαδραστικά Σχολικά Βιβλία - ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΠΑΚΕΤΟ ΒΙΒΛΙΑ pdf». ebooks.edu.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Φεβρουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2022. 
  3. «Echidna | San Diego Zoo Animals & Plants». animals.sandiegozoo.org. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2022.