κ.κ.

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ΚΚ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κ.κ. < αρχικό γράμμα του κύριοι διπλασιασμένο κατά το μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική MM (Messieurs, πληθυντικός του Monsieur (Κύριος)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈci.ɾi.i/

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

κ.κ. συντομογραφία

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • Συχνή η λανθασμένη διπλή εκφορά *κύριοι κύριοι.
  • Επίσης, ως «κυρίες, κύριοι» (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)