βομβαρδισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βομβαρδισμός οι βομβαρδισμοί
      γενική του βομβαρδισμού των βομβαρδισμών
    αιτιατική τον βομβαρδισμό τους βομβαρδισμούς
     κλητική βομβαρδισμέ βομβαρδισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βομβαρδισμός < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βομβαρδισμός αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]